JotD / QotD Ελληνική Λίστα Ανεκδότων (JotD)


Θέμα: Χριστουγεννιάτικα


(nil): Panagiotis Perrakis (pa.per(@)virgin.net)
Ημερομηνία: Παρ 10 Δεκ 1999 - 10:24:18 EET

Επειδή κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, συνηθίζεται να έρχονται
Χριστούγεννα το Δεκέμβρη, σας στέλνω σήμερα ένα χριστουγεννιάτικο
κείμενο, που είναι μια περιγραφή του πως πέρασα τα Χριστούγεννα του
'96. Έτσι για να καταλάβετε τι περνάμε εμείς, οι εμιγκρέδες, στις
παράξενες χώρες που ζούμε και να εκτιμήσετε (ακόμη περισσότερο) την
Ελλάδα, όσοι από σας μένετε στην Ελλάδα. «Δώσε κλώτσο να
γυρίσει,.......» λοιπόν.

Α Γ Ι Α Ν Υ Χ Τ Α
Κάποτε μου 'χε κάνει εντύπωση που η τηλεόραση, στα σπάργανα τότε στην
Ελλάδα, σταμάταγε κάθε τόσο μεταξύ δύο προγραμμάτων και δεν έδειχνε
τίποτα. Λέγαμε τότε ότι η τηλεόραση κάνει τσιγάρο. Ε, αυτό δεν είναι
τίποτα. Που να δείτε μια ολόκληρη χώρα να σταματάει μια ολάκερη μέρα
και να κάνει τσιγάρο. Κι όταν λέω να σταματάει, εννοώ να σταματάει
εντελώς, πλήρως και ολοκληρωτικώς, εννοώ να μη δουλεύει τίποτα, να μην
λειτουργούν ούτε οι εκκλησίες αφού κι η λειτουργία των Χριστουγέννων
γίνεται το προηγούμενο βράδυ. Τόσο μου έχει κάνει εντύπωση αυτή η
ιστορία, που κάποτε αποφάσισα να διαπιστώσω αν δουλεύει η αστυνομία
ανήμερα τα Χριστούγεννα. Σήκωσα το ακουστικό λοιπόν, πάτησα το πλήκτρο
με το 9 τρεις φορές και ξανάβαλα το ακουστικό στη θέση του. Δεν
μίλησα, δεν ζήτησα την αστυνομία. Το 999 εδώ είναι για αστυνομία,
πυροσβεστική και ασθενοφόρα, αλλά πρέπει να μιλήσεις και να δηλώσεις
τι απ' τα τρία χρειάζεσαι, να τους πεις όνομα, διεύθυνση, από πού
τηλεφωνείς, να περιγράψεις της συνθήκες του ατυχήματος, αν πρόκειται
για ατύχημα κλπ, κλπ και μη βιαστείτε να πείτε ότι, μέχρι να τα πει
κανείς όλ' αυτά, αν πρόκειται για ατύχημα, θα 'χει επέλθει το.....
μοιραίο για τον τραυματισμένο, γιατί εσείς μπορεί να μιλάτε στο
τηλέφωνο, αλλά το ασθενοφόρο είναι καθ' οδόν κι έρχεται και καμιά φορά
φτάνει, προτού τελειώσει η συνδιάλεξη. Είπαμε, θα λέμε και τα καλά όχι
μόνο τα στραβά, σύμφωνοι; Ο αριθμός μου όμως καταγράφτηκε αυτόματα στο
μηχάνημά τους και ανησυχήσανε αυτοί. Σου λέει γιατί δεν μας μίλησε;
Κάνα παιδάκι θα 'τανε, ναι, αλλά αν δεν ήτανε παιδάκι κι ήταν κίνδυνος
και κάποιος το 'κλεισε το τηλέφωνο και το «θύμα» δεν μπόρεσε να μας
ενημερώσει; Δεν πέρασαν πέντε λεπτά, να σου έξι περιπολικά έξω απ' το
σπίτι κι άλλα τρία καθ' οδόν, να πεταχτούνε οι γείτονες έξω, εμείς να
'χουμε και μουσαφιραίους, η αστυνομία να προσπαθεί να επιβάλλει την
τάξη, για να μην ανησυχεί ο κόσμος, υποβάλλοντας διακριτικές
ερωτήσεις, μπας και μάθουν τι είχε συμβεί και γιατί τους καλέσαμε, ο
μόνος ήρεμος ήμουνα εγώ, να τους προσκαλώ μέσα, - ένας στρατός
ολόκληρος ήτανε, που θα τους έβαζα; αλλά προ παντός η ελληνική
φιλοξενία, άλλωστε για το καλό μας φροντίζανε, τι στην ευχή πια; - η
μητέρα της Κάρολ να στενοχωριέται που θα κρύωνε η γαλοπούλα κι είχε
φτιάξει και την γέμιση η ίδια κι αν κρυώσει, δεν τρώγεται και τόσος
κόπος θα πήγαινε χαμένος, οι μουσαφιραίοι, μην ξέροντας τι έχει
συμβεί, να είναι χαμένοι κάπου στο διάστημα, η Κάρολ, που ήξερε, να
καταφεύγει κάθε τόσο στην κουζίνα, για να πνίξει τα γέλια της και
γενικώς να γίνεται το έλα να δεις. Τελικά διευθετήθηκαν τα πράγματα,
«κάποιο παιδάκι, που είχε έρθει να μας ευχηθεί, θα την έκανε την
παλιοδουλειά», είπα εγώ, έφυγαν τα έξη πρώτα περιπολικά, ακολούθησαν
και τ' άλλα τρία, που είχαν καταφτάσει στο μεταξύ κι εγώ ήξερα από
πρώτο χέρι ότι η αστυνομία δουλεύει και τα Χριστούγεννα.

Άλλο ήταν το θέμα μας όμως, γι' άλλο λέγαμε. Α, ναι. Θα τους βαρέσει
νταμπλάς. Όλους! Σε πανεθνική κλίμακα. Ή αυτή την εντύπωση δίνουν,
τουλάχιστον. Συζητάμε για τυφλή μανία, για πάθος, για άκρατη επιθυμία
να τα φάμε όλα, να μην αφήσουμε τίποτα, να γεμίσουμε το ψωμοσάκουλο
μέχρι πλήρους σκασμού και δεν ανησυχεί κανένας τους, γιατί, εκτός απ'
την αστυνομία, (που στην προκειμένη περίπτωση του νταμπλοβαρέματος,
δεν θα είναι και πολύ χρήσιμη), και τα νοσοκομεία και τα ασθενοφόρα
δουλεύουν τα Χριστούγεννα. Ας πάρουμε όμως τα πράματα απ' την αρχή
καλύτερα, για να μπείτε στο «νόημα» και το πνεύμα των Χριστουγέννων.

Εδώ, όταν λέμε Χριστούγεννα, δεν εννοούμε την 25η Δεκεμβρίου μόνο,
αλλά μια ολόκληρη περίοδο. Εδώ και τριαντατόσα χρόνια έμαθα ότι οι
διαφημίσεις για τα Χριστούγεννα αρχίζουν στις 16 Αυγούστου, την μέρα
ακριβώς που σταματάνε οι διαφημίσεις προσφορών καλοκαιρινών διακοπών.
Τα ίδια γίνονται και τώρα. Απ' τα μέσα Αυγούστου προσπαθούν να μας
βάλουν στο πνεύμα των Χριστουγέννων, ήτοι, για να γίνω πιο σαφής:
Ξοδέψτε, ξοδέψτε, ξοδέψτε. Δισεκατομμύρια θα πρέπει να ξοδεύονται, για
να μας πείσουν να ξοδέψουμε. Κι εγώ βεβαίως δεν έχω καμιά αντίρρηση,
το χρήμα για να ξοδεύεται είναι, άλλωστε γι' αυτό το φτιάξανε
στρογγυλό, αλλά τι γίνεται όταν δεν έχουμε να ξοδέψουμε; Ε, τότε
αρχίζει η εγκληματικότητα, αλλά, ... χρονιάρες μέρες δεν κάνει να λέμε
για εγκλήματα.

Έχετ' ακούσει τα κάλαντα στα μέσα Σεπτέμβρη; Εγώ τα 'χω. Την «Άγια
Νύχτα» τον Οκτώβρη; Εγώ την έχω. Δεν μπορείς να πας σε μαγαζί να
κάνεις τα καθημερινά σου ψώνια, (γιατί εμείς, αντίθετα απ' ό,τι
φαίνεται να κάνουν οι Εγγλέζοι, δεν περιμένουμε να 'ρθουν
Χριστούγεννα, για να φάμε), χωρίς ν' ακούσεις τα παραπάνω εορταστικά
άσματα και μπαμ, να κι ο Άι Βασίλης, που εδώ τον λένε "Father
Christmas" (ο μπαμπάς χριστούγεννος, αν... μεταφράζω σωστά) κι οι
Αμερικάνοι, έτσι για να πρωτοτυπήσουν, τον είπαν Santa Claus, (καμιά
σχέση με τα γνωστά κρασιά, που είναι θέμα γούστου βεβαίως, όποιος
θέλει τα πίνει κι απ' τον λαιμό δεν πιάσανε κανέναν οι άνθρωποι,) που
θυμίζει κάτι σαν γερμανικό, μπορεί κι ολλανδέζικο, (αν μ' ακούσει η
κόρη μου, θα με σκοτώσει, δεν τους πάει τους Ολλανδούς ούτε με την
αστυνομία), να τον τρώμε στην μάπα σε κάθε γωνία, να οι γιρλάντες και
τα λοιπά χριστουγεννιάτικα στολίδια, να ο Στρατός της Σωτηρίας,
(ποιανής σωτηρίας δεν έχω καταλάβει ακόμα: της δικής μας ή της δικής
τους;) να και η Αρχιεπισκοπή Αθηνών, ωχ, πάλι μπερδευτήκαμε, οι
διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις εννοώ, με τα «δώστε και σώστε» τους
και τ' άλλα, δακρύβρεκτα κι άκρως μελαγχολικά, μηνύματά τους στην
τηλεόραση και στις αφίσες στους τοίχους, «δώσε» ο ένας, «σώσε» ο
άλλος, μα, αν δώσω και σώσω όλους αυτούς, εμένα ποιός θα μου δώσει, να
με σώσει απ' την κρεβατομουρμούρα κι αν δε μου δώσει κανείς, τι θα 'χω
να ξοδέψω για πάρτη μου, χρονιάρες μέρες που 'ρχονται, λυπητερή
ιστορία και φαύλος κύκλος η υπόθεση, μετά από τρεις μήνες και βάλε, τα
ίδια και τα ίδια, σκυλοβαρεθήκαμε, αγανακτήσαμε, φασκελώσαμε τους
πάντες και τα πάντα, δεν θέλω άλλα Χριστούγεννα, μου 'πεσε βαριά η
δόση κι ελπίζω να καταλάβατε τώρα πως αισθάνονται οι Εγγλέζοι, - γιατί
μόνο οι Εγγλέζοι δηλαδή; κι εγώ το ίδιο αισθάνομαι, μέχρι κι οι
μουσουλμάνοι, κι οι Ινδοί, αυτοί με το σαρίκι στο κεφάλι, το ίδιο
αισθάνονται, τους άλλους, τους «Χάρε Κρίσνα» δεν τους έχω εντοπίσει
ακόμη, να δω πως την βγάζουνε τα Χριστούγεννα, αλλά που θα μου πάει; -
και το ρίχνουμε στο φαΐ και στο ποτό, όλοι μαζί, χωρίς φυλετικές
διακρίσεις και άλλους ρατσισμούς κι όποιον πάρει ο χάρος, που είναι το
κακό, δηλαδή; τουλάχιστον θα πάμε χορτάτοι, νταμπλάς θα μας βαρέσει
όλους κάποια στιγμή, σε πολυεθνική κλίμακα, του αμάχου πληθυσμού
συμπεριλαμβανομένου, (εκείνες οι γυναίκες να δείτε τι τρώνε. Ο θεός να
σε φυλάει! Που το βάζουνε τόσο φαΐ;) κι η καημένη η βασίλισσα θα ηχεί
σαν φωνή βοώντος εν τη ερήμω, αφού δε θα υπάρχει κανείς τριγύρω ν'
ακούσει το Χριστουγεννιάτικο διάγγελμά της. Ωραία!

Χ Ρ Ο Ν Ι Α ΡΑ Μ Ε Ρ Α Σ Η Μ Ε Ρ Α
Έτσι λοιπόν, μας έρχονται τα Χριστούγεννα κάθε χρόνο και το μόνο που
σκεφτόμαστε είναι όχι τι θα φάμε, (αυτό είναι καθιερωμένο από χρόνια
πια: γαλοπούλα γεμιστή, ψητή στον φούρνο έχει το πρόγραμμα), αλλά πόσο
θα φάμε και πόσο θα πιούμε. Κάθονται στο τραπέζι και φοράνε κάτι
αστεία χάρτινα καπέλα στα κεφάλια τους, σαν στέμματα φέρνουνε και
παριστάνουνε τους μάγους, (οι γυναίκες δηλαδή, είναι μάγισσες; Τότε τι
τα χρειάζονται τα χάρτινα καπελάκια; Ας καβαλήσουνε την σκούπα!) τους
μάγους με τα δώρα θα εννοούν, αλλά πάλι, ποιός μπορεί να 'ναι σίγουρος
με το εγγλέζικο «χριστουγεννιάτικο πνεύμα»; Κάθονται κι αρχίζουν να
τρώνε και περιμένεις ν' ακούσεις και καμιά κουβέντα, -ε, τι διάολο,
στα μουγγά θα τρώμε;- αλλά που τέτοια τύχη; το μόνο π' ακούς είναι οι
μασέλες να αλέθουν το φαΐ κι ευτυχώς που 'ναι έτσι δηλαδή, γιατί κάνει
κι ανοίξουν το στόμα τους για άλλο πράμα εκτός απ' το να φάνε, άσε, τι
να λέμε τώρα, χρονιάρα μέρα; Στο μόνο που δεν έχω αντίρρηση είναι το
«Άνοιξε μια μπουκάλα κρασί!» Έχει έναν πολύ ελκυστικό ήχο: Πλλλοπ!

Όπως είπαμε, είχαμε και μουσαφιραίους εκείνη την ημέρα. Η μητέρα της
Κάρολ, που είναι μόνιμη στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι και δεν
θεωρείται μουσαφίρισσα και μια θεία με την κόρη της, που τσακώθηκε με
τον άντρα της, λέει, και δεν μπορούσε να κάνει Χριστούγεννα μαζί
του, - γιατί, τι θα 'βλαφτε; αλλά ήξερε αυτός τι έκανε: τσακώθηκε με
την γυναίκα του και την φόρτωσε σε μένα. «Χρόνια πολλά» μου λέει η
θεία της Κάρολ. Τι χρόνια πολλά, κυρά μου, σκεφτόμουνα εγώ, που τα
πολλά τα φάγαμε, κάτι λίγα μας μείνανε και μη μου ευχηθείς «Καλά
Χριστούγεννα», γιατί με τόσους που μου κουβαληθήκατε εδώ μέσα, ε, όσο
μεγαλοδύναμος και να 'ναι ο θεός, το αδύνατο δεν μπορεί να το
καταφέρει.

Μπορούσα να τους στείλω να μείνουν σε κάποιο ξενοδοχείο, (δε δουλεύουν
τα ξενοδοχεία τα Χριστούγεννα,) να φάνε σ' ένα εστιατόριο, (δε
λειτουργούν τα εστιατόρια), κι ούτε να ενδιαφερθώ να πάω να τους πάρω
απ' το σπίτι τους, (για άλλη πόλη συζητάμε τώρα), αλλά να τους αφήσω
να 'ρθουνε με το τραίνο, αφού, σώνει και καλά, επιμένανε να μας
φορτωθούνε, (λεωφορεία, τραίνα, αεροπλάνα κλπ μέσα μαζικής μεταφοράς
κομμένα για τα Χριστούγεννα, μόνο κάνα ταξί μένει, που ο ταξιτζής θα '
χει τσακωθεί με την γυναίκα του και θα την βγάζει στο δρόμο, για να
γλυτώσει απ' την γκρίνια της και δεν θα 'χει προκάνει να σουρώσει
ακόμα). Θα μπορούσα να πάρω την γυναικούλα μου και να πάμε να δούμε
ένα ωραίο πάρκο του Νational Trust, (δεν είναι ανοιχτά τα πάρκα), ή να
πάμε σ' ένα μουσείο, (κλειστά όλα τα μουσεία), ή να πάρουμε εισιτήρια
για καμιά θεατρική παράσταση, (δεν λειτουργούν τα θέατρα, ούτε οι
κινηματογράφοι), ή να πάμε καμιά βόλτα με τ' αυτοκίνητο στην εξοχή,
(κι αν σπάσει ο διάολος το πόδι του και μείνει το αυτοκίνητο, ο μη
γένοιτο, έστω κι από βενζίνη, ή ο,τιδήποτε άλλο, θα μείνουμε πρόξενοι
στην εξοχή, γιατί είναι κλειστά όλα τα πρατήρια, συνεργεία και λοιπά
ευαγή ιδρύματα), ή να πάμε να κάνουμε χάζι σε κάνα σουπερμάρκετ,
(βάσει ειδικού νόμου, τα σουπερμάρκετ δεν ανοίγουν ανήμερα τα
Χριστούγεννα και βάζουν και κάτι τεράστιες ταμπέλες και ειδοποιούν
τους πελάτες τους, να μην πάνε να ψωνίσουν Χριστουγεννιάτικα, γιατί ο
νόμος τους υποχρεώνει να κλείνουν εκείνη την ημέρα, όχι ότι το θέλουν
οι ίδιοι κι αν δεν ήταν ο νόμος, εκεί αυτοί, θα περιμένανε να πάει
κάνας Εγγλέζος να πάρει μισό κιλό κολοκυθάκια, δυο-τρία αγγούρια και
κάμποσες μελιτζάνες, απ' αυτές τις μακριές). Ναι, όλ' αυτά θα μπορούσα
να τα κάνω οποιαδήποτε μέρα του χρόνου, εκτός απ' τις 25 Δεκεμβρίου.

Το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς την ημέρα των Χριστουγέννων, εκτός
απ' το να κάτσει στο σπίτι του και να μην κάνει τίποτα, που καμιά
φορά, είναι πιο δύσκολο απ' το να κάνει οτιδήποτε άλλο, είναι να πάει
στο μπαρ και να τα πιει. Τα μπαρ ανοίγουν από το πρωί και μπορούν αν
σερβίρουν μπίρα και οινοπνευματώδη από νωρίς, παρόλο που 'χει
καθιερωθεί να μην ανοίγουν πριν απ' τις 12, γιατί ο σοφός ο νομοθέτης
το σκέφτηκε πρακτικά το πράμα: Έτσι κι αλλιώς δεν έχουνε να πάνε στην
δουλειά και, μέρα που 'ναι σήμερα, θα σουρώσουν οπωσδήποτε, (όχι όλοι
δηλαδή, ας μην γινόμαστε υπερβολικοί, αλλά εκείνοι που είναι να
σουρώσουν, αφού οι απαγορεύσεις για το οινόπνευμα δε γίνονται για μένα
που δε σουρώνω), άστους να σταφιδιάσουν από νωρίς και να φορολογήσουμε
και τον μπάρμαν. Ωραία! Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος.
Πάμε λοιπόν στο μπαρ να τα πιούμε. Με συγχωρείτε, λάθος έκφραση, εκτός
κι αν ήτανε ο πληθυντικός της μεγαλοπρεπείας. Δεν πάμε στο μπαρ το
πρωί των Χριστουγέννων. Πάω στο μπαρ! Τα γυναικόπαιδα συνήθως μένουνε
σπίτι να ετοιμάσουνε την γαλοπούλα. Όμορφος κόσμος! (Το είπα αυτό, δεν
το είπα;) Οι άντρες τα πίνουνε στο μπαρ! Ο άμαχος πληθυσμός θα
κοπανίσει κάνα ποτηράκι στη ζούλα, καθώς θα ετοιμάζουν το φαγητό.
Γιατί στη ζούλα; Για να κρατάνε τα προσχήματα και να μπορούν να
γκρινιάζουν και να 'χουν το πάνω χέρι όταν ο σύζυγος και «στύλος» του
σπιτιού τους καταφθάσει τραγουδώντας, ή... περίπου.

Κατά τις δύο, με το καλό, θα κάτσουνε να φάνε και να (ξανα)πιούνε και
μετά, όπως λέει το έθιμο, θα πέσουνε να κοιμηθούνε, μπας και χωνέψουνε
λιγάκι, για να μπορέσουν να ξαναφάνε και - το σπουδαιότερο - να
ξαναπιούνε, αλλά σήμερα αυτό το έθιμο δεν το κρατάει κανείς και
συνεχίζουνε να πίνουνε, έχοντας εμπιστοσύνη στις χωνευτικές ιδιότητες
του οινοπνεύματος, μπιροπνεύματος, ουισκοπνεύματος ή ό,τι άλλο
πίνουνε, τέλος πάντων. Και, φυσικά, θα ακούσουν και το διάγγελμα της
βασίλισσας, λόγω παράδοσης, όχι ότι ενδιαφέρεται κανείς και που, όπως
όλα τα διαγγέλματα βασιλιάδων, προέδρων, πρωθυπουργών, πατριαρχών,
(τον πάπα αφήστε τον, δεν παίζεται με τίποτα ο άνθρωπος) καρδιναλίων
και αρχιεπισκόπων κλπ (έτσι όπως έχουμε καταντήσει, όποιος γουστάρει
σήμερα τραβάει κι ένα διαγγελματάκι, έτσι για να μας βρίσκεται, κι
όποιον πάρει ο χάρος), σκέτη ανούσια αηδία (υπερβολή αυτό και λέω να
το διαγράψω, γιατί δεν πιστεύω να 'χετ' ακούσει εσείς τίποτα
«ουσιώδεις» αηδίες) είναι. Θα μου πεις τώρα... άστο να πάει καλύτερα,
γιατί, αν πρόκειται να πιάσουμε κουβέντα για τα διαγγέλματα και τους
πανηγυρικούς, (πρώτα ξαδελφάκια δεν είν' αυτά τα δυο;) προτιμώ να σας
πω για κάποιον ομιλητή που μας έλεγε κάποτε, εκεί στην Ελλάδα, ότι οι
Έλληνες δεν ήθελαν να ελευθερωθούν, μα τα μεγάλα συμφέροντα μάς
πείσανε, και ότι ο ρόλος της εκκλησίας δεν ήτανε αυτός που μας λένε τα
βιβλία, αλλά κάποιος άλλος, που μας τον κρατάνε κρυφό κι εκείνου του
τον βρήκε στο φλιτζάνι η κυρά-Κατίνα, (που πάω και πέφτω, ο φουκαράς!)
άσε, ρε φίλε, έτσι τα βρήκαμε τα πράματα κι ό,τι κι αν λέμε τώρα, ούτε
προς το καλύτερο, ούτε προς το χειρότερο πάνε, δεν αλλάζει το
παρελθόν, άστο να χαρείς, να ξεμπερδεύουμε, να πάμε να δούμε πως
«καμαρωτά περνούν τα φανταράκια μας» και να προλάβουμε να φάμε, πριν
κρυώσει το ψητό. Αλλά για τα Χριστούγεννα μιλάγαμε, αν θυμάμαι καλά.

Μετά το διάγγελμα θα ξανακάνουν προσπάθεια να χωνέψουν το διάγγελμα
και ολίγη από γαλοπούλα, -εκείνη η γέμιση είναι θανατηφόρα!- και μετά
τα γυναικόπαιδα θα φέρουν τα από πίσω, τα επιδόρπια ντε, που
περιλαμβάνουν, εκτός από διάφορα άλλα παράξενα γλυκά, ένα εκ των
οποίων ακούει στο όνομα «κιμάς», και την Christmas pudding,* την
χριστουγεννιάτικη πουτίγκα,* που μη γνωρίζοντας, έφαγα πολύ το '65 από
δαύτη και παραλίγο να με στείλει άναυλα. Τρεις μέρες την χώνευα, σαν
βόας.

Μετά και απ' το επιδόρπιο, θα ξαναφάνε και θα ξαναπιούνε, μέχρι
τελικού και ολοκληρωτικού σκασμού και, γενικώς, «τα περάσαμ' όμορφα,
όμορφα, όμορφα.....» Τρομάρα μας!

_______________________________
* Η παραδοσιακή συνταγή λέει ότι η παρασκευή πρέπει να αρχίσει στις
26/12 της προηγούμενης χρονιάς φυσικά, αλλιώς δεν θα 'ταν
χριστουγεννιάτικη, όχι για τούτη τη χρονιά τουλάχιστον.

Και για να μην ξεχαστούμε, επειδή πολλοί από σας θα πάνε διακοπές,
εύχομαι σε όλους Καλά Χριστούγεννα και ο Καινούργιος Χρόνος, το 2000,
(που δεν είναι η αρχή της 3ης χιλιετίας, αλλά το τέλος της 2ης, σας τα
'χω ξαναπει αυτά) να σας χαρίζει υγεία και ευτυχία! Κι αν περισσέψουν
τίποτα κουραμπιέδες..... ξέρετε σεις. Στείλτε τους κατά 'δώ, γιατί
πόσο ακόμη να την αντέξω τη χριστουγεννιάτικη πουτίγκα;
Παναγιώτης

______________________________________________________________________

 Joke of the Day ... Ελληνική Λίστα Ανεκδότων
 Πληροφορίες --> https://anekdota.duckdns.org/jokes_list.html
______________________________________________________________________


Γραφτείτε και εσείς στην Ελληνική Λίστα ανεκδότων (JotD) και στείλτε τα ανέκδοτά σας!!!

Επιστροφή στον κεντρικό κατάλογο αυτού του αρχείου