JotD / QotD Ελληνική Λίστα Ανεκδότων (JotD)


Θέμα: σύγχρονο πειραματικό ινστιτούτο ανωμαλίας


(nil): Nikos Tsekhs (ntsekhs(@)gmail.com)
Ημερομηνία: Κυρ 18 Ιουν 2006 - 17:37:52 EEST

σύγχρονο πειραματικό ινστιτούτο ανωμαλίας

Ακολουθούν με τη σειρά
- χωρίς τίτλο
- o tempora o mores
- αποχαιρετιστήριο γράμμα από μακριά
- διεκδικόντας την διαρκή νεότητα

_________________________________________________________________

Και τί ομολογούν αυτές οι λέξεις, που είμαστε αναγκασμένοι
να ακούμε τόσο συχνά και ίσως να τις εκφράζουμε;

(Βαρέθηκα, βαρέθηκα αυτό, βαρέθηκα εκείνο, βαριέμαι να
πάω εκεί, βαριέμαι να πάω αλλού, τον βαριέμαι αυτόν,
βαριέμαι τον άλλο, βαριέμαι να μιλάω για εκείνο
και για το άλλο, βαριέμαι να κάνω οτιδήποτε, έχω βαρεθεί.)

Ομολογούν ότι η ζωή μας έχει γίνει τελείως βαρετή,
ότι εμείς οι ίδιοι στεκόμαστε ανήμποροι να της δώσουμε
το παραμικρό ενδιαφέρον, να σκεφτούμε και να πράξουμε
ουσιαστικά και αποφασιστικά, να κάνουμε πράγματα ενδιαφέροντα,
που να μας εμπεριέχουν καταλυτικά, ότι έχουμε χάσει κάθε μας
ενθουσιασμό και πλέον δεν τον προκαλούμε.

Ομολογούν ότι ο εαυτός μας έχει καταντήσει κάτι απόλυτα
βαρετό, όπου η στερημένη μας ζωντάνια επανέρχεται ως αλλοτριωμένη
δραστηριότητα , ως ρόλος - εικόνα, ως κρυψώνα της ανεπάρκειας,
ότι μας καθηλώνει αποσβολωμένους μέσα στη μοναξιά ή μέσα σε
κάποια παρέα.

Όλες αυτές οι βαριεστημένες εκφράσεις δεν μαρτυρούν τίποτε άλλο
από τη θέση ανικανότητας στην οποία έχουμε βρεθεί, μαρτυρούν
την ανικανότητα μας να απαλλαγούμε από αυτή την κατάσταση
που μας προκαλεί ανία και να αλλάξουμε κάθετα ό,τι μας περιβάλλει
και καθημερινά μας εκτελεί.

Και όσο περισσότερο προσπαθούμε να κρυφτούμε
τόσο περισσότερο αποκαλυπτόμαστε. Έχοντας δέσει σφιχτά την πανοπλία, ποτέ δεν
ήμασταν τόσο γυμνοί.

Διότι το ζήτημα δεν είναι να διασκεδάσουμε την πλήξη μας
αλλά να απαλλαγούμε ουσιαστικά από αυτή.

Multum in parvo
«Ο δημιουργός ζητά συντρόφους: ανθρώπους που μαζί του θα θερίσουν,
γιατί κάθε τι μαζί του ωριμάζει για θέρος. Μα του λείπουν τα εκατό δρεπανιά,
γιοΏ½ αυτό ξεριζώνει τα στάχυα και είναι οργισμένος.

Συντρόφους ψάχνει ο δημιουργός: και μάλιστα τέτοιους που να γνωρίζουν
να ακονίζουν τα δρεπάνια τους. Θα τους αποκαλέσουν εξολοθρευτές και
περιφρονητές του καλού και του κακού . Αλλά αυτοί είναι
οι θερισταδες και οι γλεντοκόποι που γιορτάζουν τη ζωή.»
Φ.Νίτσε

_________________________________________________________________

o tempora ! o mores !

Κανένας ρόλος δεν μας εμπεριέχει γιατί κάθε ρόλος είναι μια
οφθαλμοφανής και γελοία απατή, καλλιεργείται στο φαίνεσθαι και ανθίζει
στο δήθεν.
Καμία άξια δεν μπορεί να μας κατέχει, γιατί οι άξιες δεν είναι τίποτα άλλο
από ηθικούς κανόνες που αντιμάχονται, νεκρώσιμη ακολουθία της
ανθρώπινης υπόστασης
που δεν υπάρχει πια, προϊόν εξαναγκασμού της κάθε εποχής και
προαιώνιοι καταναγκασμοί που ενυπάρχουν στο συνοθύλευμα των
μεταμοντέρνων καιρών, που εξελίσσουν τον παλιό κόσμο.
Οποιαδήποτε παραίτηση δεν μπορεί να μας ανήκει, ανήκει σε όλους αυτούς που
παραδίνονται όλο και πιο πολύ σε αυτό που η κοσμική τάξη προπαγανδίζει:
την φρίκη, την παθητικότητα, το εμπόρευμα , το θέαμα, την αποσπασματικότητα
και την ματαιότητα. Ανήκει σε όλους αυτούς που μιλούν τη γλώσσα της
εποχής και την επεκτείνουν, σε εκείνους που γυρνούν εδώ και εκεί
ξερνώντας κόπωση και ανημποριά.
Σε εκείνους που εγκαταλείπουν κάθε δυναμική και αποφασιστική προοπτική
στη ζωή τους, που πλαγιάζουν με τον παθητικό μηδενισμό στο προσκεφάλι
τους και ξυπνούν με το ασθενικό κενό σαν καλημέρα. Μας είναι γνώριμη η
υποκριτική θέση τους, θα τους
ξεσκεπάσουμε μαζί με όλες τις μίζερες συμβάσεις τους αφήνοντας τους πλέον να
κοιμηθούν μια για πάντα στις ανόητες εσωτερικές αναζητήσεις, στα συγκαταβατικά
χαριεντισματα του πλήθους, και στις ψευδείς πεσιμιστικές τους αγωνίες.
Αν διαλέξατε την επιβίωση, τον αιώνιο ύπνο, μην νομίζετε ότι θα σας αφήσουμε
να το διασκεδάζετε .

Γιατί οι μηδενιστές δεν είναι αιχμάλωτοι αυτού του κόσμου
αλλά ορκισμένοι εχθροί του.
Γιατί ο μηδενισμός, που εμφανίζεται σαν μια ακόμα δημόσια και προσωπική πάθηση
είναι φαιδρός και παρέχει κρυψώνες για να καταφύγει η αδυναμία σε πλήρη ηρεμία.
Ο παθητικός μηδενισμός είναι ψευδές κατασκεύασμα της φρίκης
και των δειλών να αντιμετωπίσουν τα αβίωτα διλήμματα.
Η μηδενιστική δραστηριότητα ξεσκεπάζει όλες τις κρυψώνες και ακόμα περισσότερο
αυτές που παρουσιάζονται και υποκρίνονται ως δικές της, κατασπαράζει
με λυσσά την ανημποριά και τους ρόλους και μάλιστα με περισσότερη
όρεξη ό,τι υποδύεται
αυτήν την δραστηριότητα, ενώ βρίσκεται στην ακινησία.

Γιατί ο μηδενισμός είναι η απόλυτα ενεργητική κίνηση που αρέσκεται να
φέρνει τα πάνω κάτω , είναι η περιπέτεια του πόλεμου στην πιο ευγενική
της μορφή.

Είναι ο ίδιος ο πόλεμος που εκφράζεται ως ποίηση
είναι η βιωμένη ποίηση που εκφράζεται ως πολεμική.

ΓιοΏ½ αυτό εκμηδενίστε αδέρφια εκμηδενίστε.
Μην αφήνετε τίποτα όρθιο, διασαλέψτε τα πάντα.
Όσοι μένετε ζωντανοί, για ακόμα μια φορά εκμηδενίστε..

ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΑΝΩΜΑΛΙΑΣ
και
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ

_________________________________________________________________

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΤΗΡΙΟ ΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟ ΜΑΚΡΙΑ !!!

12 ΙΟΥΝΗ 1842
«Τα πάθη δεν σβήνουν με την ηλικία ή μονάχα γιατί παρουσιάζονται
ξεχωριστές περιστάσεις για όλους τους ανθρώπους. Είναι άτομα που τα
πάθη τους δυναμώνουν με την ηλικία και παίρνουν μάλιστα μια παράξενη
δύναμη κι αντίσταση. Ο άνθρωπος πρέπει να σκεφτεί πολύ προτού συγχαρεί
τον εαυτό του, γιατί έχει περάσει την ηλικία πού ξεσπάνε οι θύελλεςοΏ½
Μπορούν να ξαναγυρίσουν εκεί που δεν το περιμένει.»

OMNIA MEA MECUM PORTO
[«Όλα όσα μου ανήκουν τα φέρνω μαζί μου» Σ.τ . Ινστιτούτου]

«[...] Αρκετά οι πίκρες ! Δώσαμε στον κόσμο αυτό πού του ανήκε, δεν
τσιγκουνευτήκαμε, του αφιερώσαμε τα καλύτερα μας χρόνια, και
νοιαστήκαμε πλέρια κιοΏ½ ειλικρινά για την τύχη του. Πονέσαμε πιότερο
αποΏ½ αυτόν για τα δικά του βάσανα . Τώρα πνίγουμε τα δάκρυα κι
αγναντεύουμε αντρίκια ό,τι είναι γύρω μας, όπως κι αν είναι μπορούμε
και πρέπει να τα υποφέρουμε. Το χειρότερο πέρασε [Α.Χέρτσεν, « Σελίδες
από το Προσωπικό Ημερολόγιο» , μτφρ. Λιλίκα Γεωργίου και Μάχη
Γεωργίου-Κορωναίου , στο «Ανάλεκτα», εκδ.Κάλβος , Αθήνα 1970.]. Το
λοιπόν, μια δυστυχία που πέρασε είναι μια δυστυχία που τελείωσε.
Είχαμε τον καιρό να γνωρίσουμε τη θέση μας. Δεν ελπίζουμε τίποτα ή
καλύτερα, αν θέλετε, περιμένουμε τα πάντα. Αυτό είναι το ίδιο. Πολλά
πράγματα μπορούν να μας προσβάλλουν, να μας τσακίσουν, να μας
σκοτώσουν, μα τίποτα δεν μπορεί να μας ξαφνιάσει... αν όλοι μας οι
στοχασμοί κι όλα μας τα λόγια δεν ήταν απλά στα χείλη μας. Το καράβι
βουλιάζει. Η στιγμή της αμφιβολίας ήταν τρομερή, σαν οι ελπίδες
βρίσκονταν δίπλα στον κίνδυνο. Σήμερα η θέση είναι καθαρή. Το καράβι
δεν μπορεί να σωθεί. Δεν του μέλλει ή να χαθεί, ή να βρει τη σωτηρία
του μόνο του.
Ας παρατήσουμε λοιπόν το καράβι, ας ρίχτουμε πια στις βάρκες, πάνω στα
δοκάρια, να δοκιμάσει ο καθένας την τύχη του, τις δυνάμεις του.
Ας βγούμε από την αποπνιχτική κάμαρα, όπου τελειώνει μια μακριά και
θυελλώδης ζωή!
Ας βγούμε από την βαριά και μολυσμένη ατμόσφαιρα του αρρώστου, στον
καθαρό αέρα, μες τους κάμπους. Θα βρεθούν αρκετοί ερασιτέχνες, που θα
βαλσαμώσουν τον πεθαμένο- κι ακόμα πιότερα σκουλήκια που θα ζήσουν από
την αποσύνθεση του. Ας αφήσουμε σοΏ½ αυτούς το κουφάρι οΏ½ όχι γιατί
αξίζουν πιότερο ή λιγότερο από μας, μα γιατί θέλουν αυτό που εμείς δεν
θέλουμε, γιατί ζουν από αυτό, ενώ εμείς υποφέρουμε αποΏ½ αυτό.
Ας ξεμακρύνουμε λοιπόν, ελεύθεροι κι αφιλόκερδοι, ξέροντας καλά πως
δεν υπάρχει για μας κληρονομιά και που άλλωστε δεν την έχουμε καμία
ανάγκη. Άλλοτε θα ονοματίζατε αυτή την περήφανή ρήξη με τα σημερινά οΏ½
φυγή. Και οι αδιόρθωτοι ρομαντικοί θα το ονοματίσουν ακόμα και σήμερα
έτσι, ύστερα αποΏ½ όλα τα περιστατικά που ξετυλίχτηκαν μπροστά στα μάτια
μας.
Μα ένας ελεύθερος άνθρωπος δεν μπορεί να φύγει γιατί δεν έχει καμία
εξάρτηση από τίποτα-εξόν από τις ίδιες του τις πεποιθήσεις .Έχει το
δικαίωμα να μείνει ή να ξεκινήσει. Για φυγή, ούτε λόγος να γίνεται.
Μπορεί όμως μονάχα να κάνει την ερώτηση: είναι πραγματικά
αποφασισμένος;
Επιπλέον, η λέξη φυγή γίνεται πολύ γελοία, όταν την μεταχειρίζονται
για κείνους που είχαν
την ατυχία να προχωρήσουν και να βλέπουν πιο πέρα, τόσο που δεν άρεσε
στους άλλους, και
και που δεν θέλουν να γυρίσουν πίσω. Θα μπορούσαν να πουν στους
ανθρώπους σαν τον Κοριολανό: δεν είμαστε εμείς που το σκαμε, εσείς
μείνατε πίσω. Μα και το ένα και το άλλο είναι παράλογο. Εμείς κάναμε
το χρέος μας. Οι άνθρωποι που μας περιστοιχίζουν κάνουν το δικό τους.
Η ανάπτυξη του ατόμου και των μαζών γίνεται έτσι που δεν μπορούν να
πάρουν πάνω τους όλη την ευθύνη για τις συνέπειες. Μα ένας ορισμένος
βαθμός ανάπτυξης- ανεξάρτητα πώς έγινε -υποχρεώνει. Να αρνηθεί κανείς
την ανάπτυξή του, είναι νοΏ½ αρνηθεί τον ίδιο τον εαυτό του. [οΏ½]»
[Γράφτηκε στο Παρίσι στις 3 του Απρίλη 1850.]

Ο Αλεξάντερ Χέρτσεν γεννήθηκε στη Μόσχα στις 6 Απριλίου 1812, την
εποχή που μεσουρανούσε ο διαφωτισμός και στο χάραγμα του ουτοπικού
σοσιαλισμού. Είναι παιδί και συνεχιστής και των δυο ρευμάτων.
Θεωρείται ότι ανήκει στους μεγάλους στοχαστές του Ρωσικού διαφωτισμού,
δεύτερος στην χρονική σειρά { Μπελίνσκι, Χέρτσεν, Τσερνισέφσκι,
Ντομπρολιούμπωφ }.Το πραγματικό του όνομα είναι Γιακόβλεφ. Το όνομα
Χέρτσεν του το έδωσε ο πατέρας του και σημαίνει «παιδί της καρδιάς». Ο
Χέρτσεν πριν από τον Μπελίνσκι {αν και δυο χρόνια μικρότερος }
προσχώρησε από νωρίς στις πρωτοποριακές ιδέες της εποχής του. Ήταν
φλογερός υποστηρικτής του Λουδοβίκου Φόυερμπαχ και του Σαιν-Σιμόν,
τους οποίους προπαγάνδισε και εκλαϊκεψε. Φαίνεται πως γνώρισε από
κοντά τον Μαρξ και τους μαρξιστές αλλά δεν έγινε ποτέ μαρξιστής,
Ανήσυχο πνεύμα και διορατικός , γοητεύτηκε από τον ουτοπικό σοσιαλισμό
και την υπόθεση της επανάστασης . Συνδέθηκε στενά με τον Μπακούνιν και
ήρθε πολύ κοντά με τον Προυντόν. Μάλιστα είχε χρηματοδοτήσει την
εφημερίδα του τελευταίου. Είχε εξοριστεί νεαρός ακόμα από το τσαρικό
καθεστώς, διότι το ειρωνευόταν, το κορόιδευε και το σάρκαζε δημοσίως
.Μέχρι το θάνατο του έμεινε εχθρός του καθεστώτος και πονοκέφαλος για
τον τσάρο. Αρνήθηκε την αριστοκρατική του καταγωγή και δημεύτηκε η
περιούσια, που κληρονόμησε από τον πατέρα του, λόγω της στάσης του και
της ανυπακοής του. Για να γλιτώσει την παρακολούθηση της Οχράνα και
την λογοκρισία αυτοεξορίζεται στο Παρίσι, που ήταν η πόλη των
ανατρεπτικών ζυμώσεων και των λαϊκών επαναστάσεων. Έπειτα
εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου το 1853 έστησε το ελεύθερο Ρωσικό
τυπογραφείο. Το 1855 εκδίδει το πολιτικό περιοδικό-ημερολόγιο «Πολικό
Αστέρι» και το 1857 μαζί με τον αδερφικό νεανικό του φίλο Ογκαριόφ την
γνωστή οκτασέλιδη εφημερίδα «Καμπάνα», που διαβάστηκε παρά πολύ και
παρόλο που ήταν απαγορευμένη στην Ρωσία κυκλοφορούσε παράνομα με
ταχείς ρυθμούς, σαν να τυπωνόταν στη Μόσχα. Αρχικά η «Καμπάνα» ήταν
μηνιαία αλλά μετά την επιτυχία και την διάδοση της, έβγαινε κάθε 15
μέρες.
Ο Αλεξάντερ Χέρτσεν ήταν πολυγραφότατος: έγραψε δοκίμια, φιλοσοφικές
μελέτες, διηγήματα, νουβέλες, άρθρα, αναμνήσεις και το μυθιστόρημα
«Ποίος φταιει». Παρά την καταγωγή του ο Χέρτσεν δεν έζησε μια εύκολη
ζωή. Δέχτηκε χτυπήματα τόσο για την ανατρεπτική του στάση όσο και για
την προσωπική του ζωή. Αρκετοί τον κατηγόρησαν ότι πέρασε στον
πεσιμισμό και είναι αλήθεια ότι για αρκετό χρονικό διάστημα
αποτραβήχτηκε στον σκεπτικισμό, αλλά η ιστορία αποδεικνύει ότι δεν
ήταν παρά μια περίοδος ανασυγκρότησης και στοχασμού. Ο ίδιος ο Χέρτσεν
διαψεύδει αυτή την άποψη που εκφράσανε μερικοί βιογράφοι. Ο Αλεξάντερ
Χέρτσεν δεν ήταν άνθρωπος της δράσης, σαν το Μπακούνιν, αλλά δίχως
άλλο
ήταν ένας επαναστάτης στοχαστής, βαθιά ανθρώπινος, που κατανόησε την
εποχή του και πέρασε πέρα από αυτή πολεμώντας την. Ο Χέρτσεν πέθανε 58
χρονών, ένα χρόνο πριν την κομμούνα του Παρισιού, δίχως να έχει την
τύχη να την ζήσει αλλά μέχρι το τέλος του έμεινε πνεύμα ανήσυχο.

Υ.Γ Το απόσπασμα του Χέρτσεν που παραθέσαμε δεν έχει μόνο ιστορική σημασία.

Εκδόθηκε από την σειρά «ιστορικά σημειώματα , κρυπτογραφημένα
μηνύματα» υπό την επιμέλεια του γραφείου «Εκτελεστικό Απόσπασμα». Τη
συνολική ευθύνη της δημοσιοποίησης αναλαμβάνει το: ΣΥΓΧΡΟΝΟ
ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΑΝΩΜΑΛΙΑΣ

_________________________________________________________________

Έρευνα: ΔΙΕΚΔΙΚΩΝΤΑΣ ΤΗ ΔΙΑΡΚΗ ΝΕΟΤΗΤΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΑΝΕΠΙΚΑΙΡΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

Θεωρούμε την παιδικότητα μας μια απώλεια;
Αν ναι, πώς την επανακατακτούμε και με τί όρους;

Απο ποιά θέση επικαλούμαστε το νέο;
Πότε είναι ουσιώδες και πότε προκαλεί ρήξεις;

Πώς αποφεύγουμε την φετιχοποίηση τέτοιων εννοιών και πότε αυτές
αποκτούν ιδεολογική χρήση;

Μήπως εν τέλει αφεθήκαμε;

Ποιές επιθυμίες έγιναν επιλογή και πόσο γρήγορα πήραμε τις αποφάσεις;

Τί αλλάξαμε ουσιαστικά μέσα μας, γύρω μας;

Πώς θα καταφέρουμε να παραμείνουμε ζωντανοί και ενθουσιώδεις σ΄ έναν
κόσμο γερασμένο, όπου η θλίψη και η συνήθεια βασιλεύουν;

Ποιά περιπέτεια δεν ακολουθήσαμε και ποιά πάθη δεν οδηγήσαμε στα άκρα;

Είμαστε ικανοί να ανακαλύψουμε, να εφεύρουμε;

Τί εν τέλει είναι αυτό που μας εμποδίζει;

Κατά ποιόν τρόπο αφήνουμε πίσω την αμηχανία, που επιβάλλει η εποχή;

Μήπως αγκαλιάζουμε την αδυναμία μας και την κάνουμε άλλοθι;
Δίνουμε αυτή την παροχή σε άλλους;

Πώς θα απαλλαγούμε από τις ρυτίδες της συνήθειας και την πρόωρη γήρανση;

Έχουμε κάτι νέο πραγματικά να πούμε και να πράξουμε ή αναμασάμε
έτοιμες συνταγές και ακολουθούμε δοσμένες συντεταγμένες;

Θεωρούμε ότι τα πάντα έχουν ειπωθεί; Γιατί;
Και αν όχι, απλώς διαφέρει ο τρόπος μας ή ανακαλύπτουμε ουσιαστικά
καινούρια πράγματα;

Αν τώρα μας φαίνεται ότι ζήσαμε γρήγορα είναι επειδή διαλέξαμε έναν
έντονο τρόπο ζωής ή επειδή η εποχή μας κινείται γρηγορότερα και μας
προσπερνά;

Μήπως έχουμε την αίσθηση ότι τρέχουμε πίσω από ένα γερασμένο κόσμο;

Ασκούμε κριτική στην καθημερινή ζωή; Πόσο ουσιαστική είναι και σε ποιο
σημείο βιώνεται ριζοσπαστικά;

Τί εμπειρίες αντλήσαμε και ποιοί από εμάς στέκονται ικανοί να αντλούν
συμπεράσματα; Θεωρούμε τον εαυτό μας ικανό;

Γιατί υπάρχει αυτή η καθημερινή απώλεια στο πέλαγος της σύγχυσης;
Μήπως αφήνουμε τον εαυτό μας να χαθεί;

Ανήκουμε σε αυτούς που η λήθη γίνεται η σανίδα σωτηρίας τους;

Ποιοί προσπαθούν να κρατηθούν από τις στιγμές που πέρασαν; Ήταν άραγε
ικανοί να αντλήσουν καθολικότητα από τις στιγμές;

Στ΄ αλήθεια πόσο βαθιά φτάσαμε γλιτώνοντας τον πνιγμό και τον άδικο
χαμό στις απατηλές ψευδαισθήσεις και τους ρόλους;

Αν όντως η εποχή μας είναι τραγικά δυστυχισμένη, ποιά είναι η δική μας
τραγικότητα πού την αφήσαμε να παρελαύνει μπροστά μας;

Μπορεί να ξεπεραστεί ένας κόσμος, που σαν τρελός γυρίζει
κατασπαράζοντας τις σάρκες του, αναμασώντας το παρελθόν του με
προαιώνιους καταναγκασμούς και ξερνώντας λαμπρό μέλλον;

Γιατί η εποχή δεν μπορεί παρά να πάσχει από έλλειψη ύφους, ακόμα και
αυτού που θα δικαίωνε την προσωπική και δημόσια απουσία;

Ζούμε σε μια πραγματικά δύσκολη εποχή; Τί είναι αυτό που την κάνει
τόσο δύσκολή και ποιά εποχή θεωρούμε πιο εύκολη στις διεκδικήσεις;

Πώς κρίνουμε αυτούς που για να κάνουν κάτι πράττουν το οτιδήποτε;

Γιατί το μηδαμινό έχει γίνει τα πάντα;

Πώς κρίνουμε την ασημαντότητα να γίνουμε ένας από τον σωρό των
αντικειμενικά ηλίθιων;

Πόσο σημαντικοί γίναμε;

Αν τα πάντα είναι μάταια, τί μπορούμε να ορίσουμε πέρα από την
ματαιότητα των πάντων και τί καινούργιο έχουμε να πούμε πέρα αποΏ½ αυτό
το δεδομένο;

Γιατί οι κουβέντες μας δεν συναντιούνται και ποιές σιωπές μας διαπερνούν;

Από ποιά δημοσιότητα πρέπει να απουσιάζουμε και ποιά είναι αυτή η
δημόσια έκφραση που επιστρέφει με μορφή σύγκρουσης;

Είμαστε μια θλίψη λιγότερο αναγνωρισμένη ή προσπαθούμε να εξαφανίσουμε
τη θλίψη; Και πώς το πράττουμε;

Αναγνωρίζουμε στ΄ αστεία μας και τον σαρκασμό μας απέναντι στον κόσμο
μια κοινοτυπία ή μας πάνε μπροστά ανοίγοντας νέα πεδία άρνησης;

Ποιά υπόθεση δεν πήραμε στα σοβαρά και μας κοστίζει;

Σε ποιά ευτυχία θέλουμε να δοθούμε;

Γιατί η καινοτομία έχει γίνει άλλη μια κοινοτυπία;

Δεν αναζητάμε ούτε καν τη ζωή παρά μόνο την πρόσχερη έκδοση της σε
σύντομες και επαναλαμβανόμενες διαδρομές; Ποιά συνθήκη μας επιβλήθηκε
σε αυτήν την αναζήτηση μας; Το βλέπουμε γύρω μας; Πού και γιατί;

Πού το καινούριο γίνεται μια εναλλακτική πρόταση και πότε κατατίθεται
επαναστατικά η πρόταση του καινούριου;

Επιθυμήσαμε την ποιότητα ως προοπτική και κατά πόσο θελήσαμε μια
ριζική αλλαγή στο σύνολο της ζωής; Τί κάναμε πραγματικά γιοΏ½ αυτό;

Είναι ανάγκη νοΏ½ απομακρυνθούμε από τις τμηματικές νίκες του
παρελθόντος όπως και από τις τμηματικές ήττες;
Πόσο σοβαρά σκεφτήκαμε ή δράσαμε για το παρόν;

Πότε θεωρούμε ότι είναι ο καιρός να σκεφτούμε και να δράσουμε για
λογαριασμό μας;

Γιατί δεν παίρνουμε τίποτα πια προσωπικά;

Η ασχήμια κάθε εποχής μπορεί πλέον να μας καταβάλλει;

Τί είναι αυτό που τελοσπάντων συνεχίζει να μας διαφεύγει;

ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΘΕΙ
και ας είναι οι απαντήσεις μας αποφάσεις που θα μας ορίζουν
καταλυτικά και θα ξεπερνούν τα όριά μας ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ!

--
Η Έβελυν (Jokes-Robot(@)ceid.upatras.gr) γράφει :
Στον άνθρωπο είναι έμφυτη η επιθυμία να αντιστέκεται στην καταπίεση.
		Τάκιτος
________________________________________________________________________
          Joke of the Day ... Ελληνική Λίστα Ανεκδότων
             https://anekdota.duckdns.org
        ___ Η JotD βγαίνει σε Ελληνικά και Greeklish ___
________________________________________________________________________

Γραφτείτε και εσείς στην Ελληνική Λίστα ανεκδότων (JotD) και στείλτε τα ανέκδοτά σας!!!

Επιστροφή στον κεντρικό κατάλογο αυτού του αρχείου